Ο Χρήστος Νικολόπουλος γεννήθηκε στις 11 Ιουλίου 1947 στο Καψοχώρι της Αλεξάνδρειας του Νομού Ημαθίας. Η οικογένειά του δεν είχε τους απαραίτητους οικονομικούς πόρους για τις σπουδές του. Η ενασχόληση με κάτι επαγγελματικό γύρω από τη μουσική, καθώς ήδη η οικογένειά του ασχολούνταν γύρω από αυτή, φάνταζε ως μονόδρομος για τον Χρήστο Νικολόπουλο από τη νεαρή του ηλικία.
Για λόγους βιοποριστικούς και με σκοπό να βοηθήσει την φτωχή οικογένειά του ασχολήθηκε επαγγελματικά παίζοντας σε όλη την περιφέρεια της ιδιαίτερης πατρίδας του, σε κέντρα, γιορτές, γάμους, πανηγύρια κλπ. Το 1963, σε ηλικία μόλις δεκαέξι ετών, με την ευχή του πατέρα του ως μόνο εφόδιο, έφτασε στην Αθήνα. Στην οδό Βερανζέρου με Σατωβριάδου στην Ομόνοια υπήρχε το «Καφενείο των Μουσικών». Εκεί γνώρισε μουσικούς που τον βοήθησαν να παίζει σε δίσκους μικρών εταιρειών. Ο Στέλιος Ζαφειρίου, δεξιοτέχνης στο μπουζούκι τον άκουσε και του πρότεινε να παίζουν μαζί στις ηχογραφήσεις μεγαλύτερων εταιρειών. Σύντομα ο Χρήστος Νικολόπουλος άρχισε να γίνεται πιο γνωστός και πολλοί μιλούσαν για "μεγάλο μουσικό ταλέντο", εκθειάζοντας παράλληλα την σεμνότητα του.
Το 1964 δούλεψε για μία σεζόν εκεί που τραγουδούσε ο Μανώλης Αγγελόπουλος που χαρακτηριζόταν ως μεγάλος τραγουδιστής της περιόδου εκείνης. Το 1965 ο μουσικός Πέτρος Ιατρού τον σύστησε στον Στέλιο Καζαντζίδη, όπου και δούλεψε μαζί του τα τελευταία χρόνια των τότε εμφανίσεών του Καζανζίδη (1965-1966). Πήγαν σε περιοδείες στην Αμερική, Γερμανία, αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Ο Στέλιος Καζαντζίδης την άνοιξη του 1966 αποχώρισε από τα κέντρα και από τότε δεν ξαναεμφανίστηκε (παρά μόνο πολύ αργότερα και συμβολικά πλέον). Μεταγενέστερα και παρά τις καλες σχέσεις που είχαν οι δύο άνδρες κατά το παρελθόν υπήρξε και σχετική έριδα μεταξύ τους για την πατρότητα κάποιων τραγουδιών, που κάλυψαν σε ευρεία κλίμακα τα ΜΜΕ της εποχής αυτής. Ο Χρήστος Νικολόπουλος συνέχισε την πορεία του αυτόνομα και είχε την τύχη να γνωρίσει και να δουλέψει σχεδόν με όλους τους ρεμπέτες της εποχής (Βασίλης Τσιτσάνης, Γιάννης Παπαϊωάννου, Γιώργος Κυριαζής, Μάρκος Βαμβακάρης, Σταύρος Κουγιουμτζής). Από το 1968 άρχισε να γράφει τα πρώτα δικά του πλέον τραγούδια.
Την περίοδο 1969-70 συνεργάστηκε και τον βοήθησε πολύ στις μουσικές σπουδές του ο Μανώλης Χιώτης. Όπως αναφέρει τακτικά ο Χρήστος Νικολόπουλος «Με τον Μανώλη Χιώτη ήταν σαν να απέκτησα μεταπτυχιακό δίπλωμα μαζί του». Είναι ευρέως γνωστό ότι, τουλάχιστον οι παλαιότεροι δεξιοτέχνες του μπουζουκιού είχαν σαν ίνδαλμα τον Μανώλη Χιώτη. Και ο Μανώλης Χιώτης εκφραζόταν με τα καλύτερα λόγια για το Χρήστο Νικολόπουλο. Ο Χρήστος Νικολόπουλος υπήρξε επίσης στενός συνεργάτης με τον Γιώργο Ζαμπέτα και μάλιστα σε μία αφιέρωση του ο Γιώργος Ζαμπέτας αποκαλεί το Χρήστο "γιο" του. Ο Χρήστος Νικολόπουλος για τουλάχιστον 40 χρόνια έχει παίξει με το μπουζούκι του πολύ μεγάλο μέρος της ελληνικής δισκογραφίας, (κάποιοι μουσικοί συντελεστές το εκτιμούν σε ποσοστό 80% στον τομέα της λαϊκής μουσικής) και έχει συνθέσει επίσης, δουλειά πολύ επίπονη για ένα μουσικό. Τον Δεκέμβριο του 2005 ο Χρήστος Νικολόπουλος κυκλοφορεί το ομότιτλο soundtrack της γνωστής τηλεοπτικής σειράς «Η Λίμνη Των Στεναγμών». Το album περιλαμβάνει 18 τραγούδια, μερικά από τα οποία είναι ορχηστρικά, με τη μουσική υπογραφή του Χρήστου Νικολόπουλου, αλλά και του γιου του Βασίλη Νικολόπουλου, σε δύο από αυτά («Στην Απέναντι Οχθη», «Πρωινή Βόλτα»), ενώ τους στίχους επιμελείται ο Φίλιππος Γράψας. Τα τραγούδια ερμηνεύει η Μαρία Σπυροπούλου.
Ως σήμερα συνεχίζει ακατάπαυστα το μουσικό του ταξίδι...